Βασίλης Αλεξάκης (1943- 2020), «Η μητρική γλώσσα», εκδ. Εξάντας, 1995
12Ιανουαρίου
[…] Χαζεύω τις καρτποστάλ σ’ ένα περίπτερο. Είναι ο μόνος τρόπος, με τέτοιον καιρό, να δω την πόλη. Βλέπω ένα τζαμί με το μιναρέ του πάνω σ’ ένα βραχώδες ύψωμα προστατευμένο από ένα ημιερειπωμένο τείχος. Σε ορισμένες φωτογραφίες το τζαμί αντανακλάται στα νερά της λίμνης. Βλέπω ένα καλντερίμι με παράγκες σιδεράδων. Δεν αποκλείεται να είναι το δρομάκι απ’ όπου πέρασα πριν από λίγο με τον Κώστα. Υπάρχει ένα νησάκι στη λίμνη. Δεν θ’ αργήσω να το επισκεφθώ, το κοιτάζω όμως κι αυτό προσεκτικά. Είμαι βέβαιος ότι θα το βρω τυλιγμένο στην ομίχλη. Ο Αλή Πασάς καπνίζει ένα τσιμπούκι. Ξέρω ότι υπέφερε από τα μάτια του κι ότι φορούσε μπλε γυαλιά. Ξανά ο Αλή Πασάς σε μια βάρκα. Ο Αλή Πασάς και η γυναίκα του, η Κυρά Βασιλική. Την παντρεύτηκε αφού ξεπάστρεψε τη Φροσύνη. Ήταν κι η Βασιλική πολύ όμορφη. Τα μαλλιά της έφταναν μέχρι τα γόνατά της. Ο σημαντικότερος ηγέτης που γνώρισε η πόλη ήταν λοιπόν Αλβανός. Τα τουριστικά φυλλάδια που διάβασα τον εξυμνούν και τον αποδοκιμάζουν ταυτοχρόνως. Τον χαρακτηρίζουν δόλιο, αιμοβόρο, αναγνωρίζουν όμως ότι έδωσε πρωτοφανή ισχύ στην Ήπειρο κι ότι η ρήξη του με το σουλτάνο ευνόησε τα σχέδια των επαναστατημένων Ελλήνων. Τον αποκαλούν «το λιοντάρι της Ηπείρου». Κατά τους Έλληνες σχολιαστές, μία από τις πιο εύστοχες αποφάσεις του Αλή ήταν να παντρευτεί Ελληνίδα. Ξέρω ότι η Βασιλική έγινε αλκοολική μετά το θάνατό του.
Τα νερά της λίμνης είναι ήσυχα. Καθρεφτίζουν την ομίχλη που, λίγο πιο πέρα, ακουμπά επάνω τους σαν να θέλει να δροσιστεί. Η ορατότητά μου σταματά στα δύο μέτρα. Από το σημείο που κάθομαι, στο πίσω μέρος της βενζίνας, ίσα-ίσα διακρίνω τους επιβάτες που στέκονται στην πλώρη. Μου φέρνουν στο νου τις σκιές που μεταφέρει ο Χάρων με τη βάρκα του από τη μια όχθη του Αχέροντα στην άλλη. Φαντάζομαι ότι τα νερά του ποταμού θα έχουν το ίδιο γκρίζο χρώμα με τα νερά της λίμνης και ότι θα είναι μονίμως σκεπασμένα από ομίχλη. «Υπάρχει σίγουρα κάποιο εμπόδιο ανάμεσα στις δύο όχθες, που δεν σου επιτρέπει να δεις απέναντι». Καλαμιές ξεφυτρώνουν μέσα από τα νερά, ολόισιες σαν ακόντια ενός καταποντισμένου στρατού. Μια αγριόπαπια αφήνει τα κυματάκια που δημιουργεί η βενζίνα να την πηγαίνουν πέρα-δώθε. Όλο νομίζω ότι κάπου φτάνουμε, ότι ξεχωρίζω τον όγκο του νησιού, αλλά κάνω λάθος. Λέγεται ότι ο θησαυρός του Αλή Πασά είναι θαμμένος στο βυθό της λίμνης, μέσα σε σιδερένια κιβώτια. Τον πέταξε εκεί για να μην πέσει στα χέρια των στρατιωτών του σουλτάνου.
Διαβάστε περισσότερα